Ποιοί είμαστε

Στους επαναστατικούς καιρούς, τρομερούς και γόνιμους, το λυκόφως των τάξεων που εξαφανίζονται μπερδεύεται με το λυκαυγές των ανερχόμενων τάξεων. Είναι το σούρουπο σαν φεύγει το πουλί της Αθηνάς.

Μπέρτολτ Μπρεχτ


Μια ακόμη ομάδα τέχνης;

Η απάντησή μας στο παραπάνω ερώτημα, που μπορεί να τεθεί από κάποιες πλευρές, είναι πως πρόκειται για λάθος ερώτημα που απευθύνεται σε λάθος ανθρώπους. Πρώτον, γιατί σε κανέναν δεν χρωστάμε τίποτα και επομένως δεν χρειαζόμαστε κανενός την άδεια για να υπάρξουμε. Δεύτερον, γιατί κάθε ομαδοποίηση δεν προσδιορίζεται από το πλήθος των ομαδοποιήσεων που υπάρχουν και δρουν στην ίδια «κατηγορία», αλλά από τα καθήκοντα που η ίδια θέτει στον εαυτό της και από τον τρόπο που ανταποκρίνεται σ’ αυτά. Από το πώς συνδέει το λόγο με την πράξη. Ετσι θα κριθούμε και εμείς και όχι μόνο δεν φοβόμαστε την κριτική, αλλά αντίθετα την επιζητούμε.

Το σωστό ερώτημα, λοιπόν, στο οποίο θα προσπαθήσουμε ν’ απαντήσουμε στη συνέχεια, είναι ποιος ο σκοπός της δημιουργίας της ανοικείωσης.

Αν λέγαμε ότι απλά είμαστε μια καλλιτεχνική ομάδα που θέλει να υπηρετήσει την πολιτική τέχνη, θα λέγαμε ψέματα. Γιατί η έννοια «πολιτική τέχνη», δοσμένη στη γενικότητά της, χωράει άνετα πολλούς από τους εμπόρους της τέχνης. Οπως η πολιτική έχει πρόσημο (ταξικό, ιδεολογικό), έτσι και η πολιτική τέχνη έχει πρόσημο, γι’ αυτό και δεν μπορούμε να στεγαστούμε όλοι κάτω από την ίδια ετικέτα.

Με ποιο στρατόπεδο;

Επειδή, λοιπόν, εμείς δεν κρύβουμε τις απόψεις και τους σκοπούς μας, δηλώνουμε ευθύς εξαρχής ότι δεν είμαστε γενικά και αόριστα «πολιτικοποιημένα άτομα», δεν προτιθέμεθα να κάνουμε γενικά και αόριστα «πολιτική τέχνη», αλλά έχουμε μια ορισμένη πολιτικοποίηση και θέλουμε να κάνουμε μια ορισμένου τύπου πολιτική τέχνη. Δεν καλυπτόμαστε πίσω από δήθεν ουδετερότητες και καλλιτεχνικές αποστάσεις. Δεν βλέπουμε τον εαυτό μας έξω από τον ταξικό ανταγωνισμό. Είμαστε μέσα σ’ αυτόν, γιατί είμαστε κομμάτι της κοινωνίας. Και βέβαια, συμμετέχοντας στον κοινωνικό ανταγωνισμό, έχουμε διαλέξει στρατόπεδο. Είμαστε με το στρατόπεδο της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων.

Κατά συνέπεια, στόχος μας είναι να υπηρετήσουμε, στον τομέα του πολιτισμού, το όραμα της κοινωνικής απελευθέρωσης. Να συνδράμουμε –στο μέτρο των δυνατοτήτων μας και εντός του πεδίου της τέχνης- στην ανάπτυξη της επαναστατικής-ανατρεπτικής συνείδησης. Δημιουργηθήκαμε ως ομάδα τέχνης «επαναστατικώ δικαίω» και θέλουμε να υπάρξουμε και να δράσουμε ως μια καλλιτεχνική συνιστώσα του επαναστατικού-ανατρεπτικού κινήματος. Κατόπιν τούτου, ευνόητο είναι ότι επιζητούμε την κριτική από εκείνους στους οποίους απευθυνόμαστε και τους οποίους θέλουμε να υπηρετήσουμε. Οχι από τους καπιταλιστές-μαικήνες, όχι από τους χρυσοκάνθαρους των μίντια, όχι από τα κάθε είδους τσιράκια της αστικής εξουσίας.

Αυτή η καταρχήν τοποθέτησή μας προσδιορίζει και τη θέση μας μέσα στο τεράστιο μωσαϊκό της τέχνης. Επειδή επιδιώκουμε να συμβάλλουμε στην τόσο αναγκαία συγκέντρωση των δυνάμεων της επαναστατικής ανατροπής, αυτός ο σκοπός μάς τοποθετεί έξω από τα ρεύματα της κυρίαρχης τέχνης. Ανοίγουμε μέτωπο με όλα «τα εμπορεία της βραδινής ψυχαγωγίας» (για να θυμηθούμε τον Μπρεχτ), είτε αυτά υπηρετούν ανοιχτά το ευτελές, είτε διατείνονται ότι υπηρετούν το υψηλό, προσφέροντας ψεύτικες απεικονίσεις της πραγματικής ζωής, μπετονάροντας την κυρίαρχη ιδεολογία, καλλιεργώντας την ατομικιστική χαύνωση, συμβάλλοντας στην παθητικότητα και την κοινωνική παράλυση.

Δεν μας ενδιαφέρει να απευθυνθούμε στο αστικό κοινό. Ούτε σ’ εκείνο το κομμάτι της διανόησης που ανταλλάσσει την καλοπέρασή του με την παραγωγή οπίου για το λαό. Μας ενδιαφέρει ν’ απευθυνθούμε στους παραγωγούς του κοινωνικού πλούτου. Σ’ αυτούς που δημιουργούν τα πάντα και δεν απολαμβάνουν τίποτα. Σ’ αυτούς που τρέφονται με υλικά και καλλιτεχνικά σκουπίδια. Αυτοί είναι το κοινό μας, στη δική τους κριτική εκτιθέμεθα, απ’ αυτούς περιμένουμε συμπαράσταση και αλληλεγγύη.

Δε φοβόμαστε τα κυρίαρχα κυκλώματα, γιατί απλούστατα η δική μας καλλιτεχνική παρέμβαση δεν τέμνεται πουθενά με τη δική τους. Από την άλλη, χωρίς ίχνος αλαζονείας, επιδιώκουμε τη σύγκριση μαζί τους στο καλλιτεχνικό επίπεδο. Γι’ αυτό και δε θέλουμε να μας αντιμετωπίσει κανείς με συμπάθεια και συγκατάβαση, αλλά με τη μέγιστη αυστηρότητα.

Γιατί ανοικείωση;

Επιλέξαμε ως τίτλο της ομάδας μας έναν όρο στον οποίο έδωσε πνοή και περιεχόμενο ο Μπρεχτ, γιατί θεωρούμε ότι και σήμερα η τέχνη έναν προορισμό θα έπρεπε να έχει. Να μετατρέψει σε ανοίκειο αυτό που μας είναι τόσο οικείο. Γιατί μόνο αν το δούμε ως ανοίκειο, με άλλα λόγια αν το διερευνήσουμε μέσα στο ιστορικό του πλαίσιο, θ’ αντιληφθούμε την παροδικότητά του και θα μπορέσουμε να δράσουμε με σκοπό να το αλλάξουμε.

Περιβαλλόμαστε από κατεστημένες δομές, κατεστημένες αντιλήψεις πάνω σε κοινωνικές δομές, κατεστημένο τρόπο σκέψης, απ’ όλ’ αυτά που συνιστούν την αστική ιδεολογία που χειραγωγεί την εργαζόμενη κοινωνία και τη νεολαία της. Σ’ όλα αυτά που μας περιβάλλουν και τα οποία θεωρούνται δεδομένα, απαρασάλευτα, οικεία, θέλουμε να ρίξουμε φως, να τα ανοικειώσουμε, να βοηθήσουμε να τεθούν ερωτήματα ως προς τη δυνατότητα αλλαγής τους και τους όρους υπό τους οποίους αυτή η αλλαγή μπορεί να πραγματωθεί.

Ενάντια στην αστική αποχαύνωση

Κατόπιν όλων όσων προεκτέθηκαν, ευνόητο είναι πως δεν μας ενδιαφέρει αυτό που αποκαλείται «θεατρόφιλο κοινό». Δεν μας ενδιαφέρει το κοινό που αναζητά «εσωτερικές δονήσεις» και «υψηλές ανατάσεις». Αναζητούμε ένα «άλλο κοινό», έτοιμο να δεχτεί τον πόλεμο ενάντια στην επαγγελματική κατασκευή ψευδαισθήσεων και καταστάσεων μέθης, στην οποία ειδικεύεται το αστικό θέατρο. Ανοιχτό στην αποδοχή νέων καλλιτεχνικών μορφών και μέσων, μακριά από κάθε νατουραλισμό, από κάθε φωτογραφική αποτύπωση συμβάντων της κοινωνικής ζωής. Καλλιτεχνικών μορφών και μέσων που θα υπηρετούν έναν ουσιαστικό ρεαλισμό.

Φιλοδοξία μας είναι να κάνουμε τα πρώτα βήματα προς αυτή την κατεύθυνση. Γνωρίζουμε τις δυσκολίες του εγχειρήματος, όμως αυτές κάθε άλλο παρά μας αποθαρρύνουν. Γνωρίζουμε πως ξεκινώντας θα κινηθούμε αναγκαστικά σε «χειροτεχνικό» επίπεδο. Μόνο όταν αυτό το είδος τέχνης αρχίσει ν’ αγκαλιάζεται από τους εργαζόμενους και τους νέους θα μπορέσει να ξεφύγει από το επίπεδο της «χειροτεχνίας» και να περάσει στο επίπεδο της «βιομηχανίας». Ακόμη όμως και στη «χειροτεχνική» του περίοδο θα είναι η τέχνη μιας επιστημονικής εποχής.